τραχειοβρογχίτιδα

τραχειοβρογχίτιδα
η
καταρροϊκή φλεγμονή της τραχείας και των βρόγχων.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • τραχειοβρογχίτιδα — η, Ν ιατρ. φλεγμονή τού βλεννογόνου τής τραχείας και τών βρόγχων, συνήθως επιπλοκή ρινοφαρυγγίτιδας ή βρογχίτιδας που επεκτείνεται και στην τραχεία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. tracheobronchite (< τραχεία + βρογχίτιδα)] …   Dictionary of Greek

  • αδενοειδείς εκβλαστήσεις — Μάζα λεμφικού ιστού μεταξύ ρινικής κοιλότητας και φάρυγγα. Η οξεία φλεγμονή των α.ε. προκαλεί αδενοειδίτιδα, που χαρακτηρίζεται από πυρετό, δυσκολία αναπνοής από τη μύτη, φλόγωση του μέσου αφτιού και γενική κατάπτωση. Αδενοειδισμός ονομάζεται το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”